DIANE ARBUS

         H Diane Arbus ρωσο-πολωνικής καταγωγής γεννήθηκε το 1923 στη Νέα Υόρκη. Η οικογένεια της (Gertrude και David Nemerov εβραϊκής καταγωγής) είχαν μεγάλη περιουσία από εμπορικές δραστηριότητες. Έτσι θα μεγαλώσει σε διάφορα αριστοκρατικά σπίτια κοντά στο Central Park και θα σπουδάσει στα καλύτερα σχολεία. Εσωστρεφής και μοναχική θα εντυπωσιάσει τους δασκάλους της με την ευφυΐα της μα  ιδίως με τις καλλιτεχνικές της επιδόσεις. Δεκατεσσάρων χρονών θα ερωτευθεί τον Allan Arbus, υπάλληλο του πατέρα της και μόλις συμπληρώσει τα δεκαοχτώ της χρόνια θα παντρευτούν εκπλήσσοντας τους πάντες αρνούμενη να πάει στο πανεπιστήμιο. Με τον άντρα της θα ανοίξουν φωτογραφικό στούντιο με το όνομα "Diane and Allan Arbus". Αντικείμενό τους η διαφημιστική φωτογραφία για διάφορα περιοδικά. Από τον άντρα της θα μάθει την τεχνική της φωτογραφίας ενώ παράλληλα αρχίζει να φωτογραφίζει από μόνη της με μια Leica και σύντομα η φωτογραφία της γίνεται πάθος. Το 1956 θα χωρίσει επαγγελματικά με τον άντρα της για να αφοσιωθεί στη δική της φωτογραφία, αυτό θα οδηγήσει τελικά και στον πραγματικό χωρισμό τους με διαζύγιο ένα χρόνο μετά, γεγονός που θα σημαδέψει βαθιά τη ζωή της. Το 1957 - 1958 σπουδάζει φωτογραφία στο New School of Social Research με δασκάλα την Lisette Model, η οποία την καθοδήγησε και ενέπνευσε στο μετέπειτα έργο της.

Η Diane Arbus ζει αποκλειστικά από τη φωτογραφία δουλεύοντας για διάφορα περιοδικά, καθώς και από περιστασιακές υποτροφίες, όπως αυτές του ιδρύματος Guggenheim. Χρησιμοποίει τα περιοδικά για την πρόσβαση που της δίνουν σε χώρους όπου θέλει να φωτογραφίσει για τον εαυτό της. Δουλεύει ασταμάτητα και με υποδειγματική επιμονή και πειθαρχία, πράγμα που προφανώς οφείλεται στο γνήσιο πάθος της για τη φωτογραφία και για τα θέματα που φωτογραφίζει, τα οποία σχετίζονται όλα με ανθρώπους περιθωριακούς, εκκεντρικούς, με παράξενες φυσικές ή επίκτητες ιδιότητες.  Το 1962 θα αφήσει τη Leica και θα αναπτύξει ένα πολύ ιδιαίτερο φωτογραφικό στυλ με την χρήση του τετράγωνου καρέ και  φλας χρησιμοποιώντας μηχανή μεσαίου φορμά. Θα γίνει σύντομα  γνωστή δημοσιεύοντας φωτογραφίες τις οποίες συνοδεύει συχνά με κείμενα της.

Το 1965 τρεις φωτογραφίες της θα επιλεγούν από τον διευθυντή τoυ Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης για να εκτεθούν ανάμεσα σε σαράντα άλλες φωτογραφίες. Την ίδια χρονιά θα αρχίσει να διδάσκει φωτογραφία στο Parson's School of Design. Το 1963 και το 1966 θα βραβευθεί από το ίδρυμα Guggenheim για το έργο της American Rites, Manners and Customs. Η πρόθεση της δεν ήταν να στηρίξει φιλοσοφικές θέσεις, αλλά να κάνει εικόνες. Αγάπησε τη φωτογραφία για τα θαύματα που πραγματοποιούσε κάθε μέρα τυχαία και της έδειξε σεβασμό για ότι μπορούσε να είναι ένα εκ προθέσεως όργανο ακριβείας, με βάση το ταλέντο, την ευφυΐα, την αφοσίωση και την πειθαρχία. Ξεκίνησε για ένα μοναχικό ταξίδι, μέσα στην καρδιά της γενέτειρας της, αναζητώντας τα θέματα της με την στυγνότητα εκτελεστή, έπιανε κουβέντα με τα θύματα της στα πάρκα, στα τσίρκα, ζούσε μαζί τους σε φρενοκομεία, σε καταυλισμούς, έπινε μαζί τους σε αριστοκρατικά σαλόνια, πουλούσε την ψυχή της για ένα κλικ. Οι φωτογραφίες της ενδιαφέρονται περισσότερο για την ιδιωτική πραγματικότητα και λιγότερο για την κοινωνική, την ψυχολογική συνοχή και όχι την οπτική, τα αρχετυπικά   και μυθικά θέματα και όχι τα επίκαιρα και πρόσκαιρα. Το αληθινό θέμα των φωτογραφιών της δεν είναι τίποτα λιγότερο από την μοναδική εσωτερική ζωή αυτών που φωτογράφισε.” Την Diane απασχολούσε πολύ η μορφή της φωτογραφίας, απέρριπτε συνεχώς την συντριπτική πλειοψηφία των φωτογραφιών της και κρατούσε ελάχιστες. Eίναι χαρακτηριστικό οτι το πρώτο portfolio που η ίδια έκανε για να στείλει σε κάποια μουσεία το 1970 απαρτίζονταν από 10 μόνο φωτογραφίες. Επιζητούσε πάντα την μοναδική εικόνα και έδινε στα περιοδικά μία, το πολύ δύο τελικές φωτογραφίες για το κάθε θέμα της.

 Τον Ιούλιο του 1971 η Diane θα αυτοκτονήσει.

“Φωτογράφισα πολύ τους freaks*. Ήταν από τα πρώτα θέματά μου και μου προκαλούσαν μεγάλη έξαψη. Τα λάτρεψα αυτά τα άτομα. Λατρεύω και σήμερα μερικούς από αυτούς. Δεν θέλω να πω ότι είναι καλοί μου φίλοι, αλλά μου προκαλούν ένα μείγμα ντροπής και δέους. Υπάρχει κάτι το μυθικό στους freaks. Είναι σαν κάποιον σ' ένα παραμύθι, που σε σταματάει και απαιτεί να του πεις τη λύση ενός αινίγματος. Οι περισσότεροι άνθρωποι πορεύονται στη ζωή φοβούμενοι ότι θα έχουν κάποια στιγμή μια τραυματική εμπειρία. Τα μειονεκτικά άτομα γεννιούνται με το τραύμα τους. 'Εχουν ήδη στη ζωή τους περάσει το τεστ. Είναι αριστοκράτες.